Πέμπτη, Μαρτίου 29, 2007

Στο ποτάμι

" - Κύρα, βοήθησε το Θανάση να περάσει το ποτάμι,σήκωσέ τον παιδί μου , αυτός είναι μικρός , δε θα τα καταφέρει μόνος του!
Γύρισε και κοίταξε τη δασκάλα όλο νεύρα…Της έφταναν τα δικά της , δεν ήθελε να ασχοληθεί με προβλήματα άλλων. Άσε που αυτό το παιδί της την έδινε στα νεύρα. Ανάποδο, νευρικό, ανάγωγο, σταματημό δεν είχε,σαν ένα αγρίμι, ενοχλούσε τους πάντες και τα πάντα. Δεν το χώνευε καθόλου.
Ένα ξένο παιδί ήταν. Δε γεννήθηκε στο χωριό τους. Από κάπου αλλού το έφεραν, από ένα μακρινό χωριό. Πέθαναν οι γονείς του ή κάτι τέτοιο και το πήρε για δικό του ένα ζευγάρι που δεν έκανε παιδιά . Καλοί άνθρωποι , μετρημένοι .
- Κύρα , είπα…,τη συνέφερε η δασκάλα. Στράφηκε απότομα , άρπαξε και σήκωσε με τα δυο της χέρια το μικρό αγόρι , δρασκέλισε πάνω απ’τις πέτρες προσέχοντας να μη βραχεί κι αυτή και το άφησε, βράζοντας από θυμό, στην απέναντι όχθη.
Τότε τον κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια. Κι αυτό ήταν. Πάγωσε. Πισωγύρισε τρομαγμένη απ’το αντιγύρισμα της ματιάς του. Τι κρύβονταν μέσα; Μίσος; Οργή; Θυμός; Αλλά και πόση ομορφιά… Που θα μπορούσαν να υπάρχουν άλλα τέτοια μάτια, θάλασσα τρικυμισμένη; "
Αυτοί οι δύο τύποι ήταν η γιαγιά και ο παπούς μου. Δύο άνθρωποι τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους. Τους λάτρευα και τους δύο.

Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007

7 από τις ταινίες που μ' αρέσουν

Τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας

Ο παγωμένος δρομέας


Κρυμμένος
Η γέφυρα του ποταμού Κβάι

Ο ταχυδρόμος




Dogville
Das Leben der Anderen






και ευχαριστώ την jojo που μου έδωσε την ευκαιρία...

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2007

Πέμπτη, Μαρτίου 15, 2007

Παιχνίδι...

Δεν μου ήταν και τόσο εύκολο πρέπει να πω… Αλλά αφού η πρόσκληση ήταν από την υφάντρα , έβαλα τα δυνατά μου, και ό,τι ήθελε προκύψει!...


Τα χρειώδη!...χμ… Ποτέ δεν τον ενδιέφεραν…Θα μπορούσε να ζει σαν ένα φυτό, σαν ένα δέντρο, να σαν τον πεύκο της αυλής, που είναι εκεί χωρίς να ζητάει ποτέ, τίποτα .Ή σαν τα πετεινά του ουρανού.
Δεν έχει ζωή, δεν έχει στόχους, δεν είναι του κόσμου ετούτου αυτός… Ζει μέσα από τους άλλους. Από μικρό παιδί, πάντα έτσι. Το σούρουπο έπαιρνε τους δρόμους για τα ταξίδια του στα φωτισμένα παράθυρα των σπιτιών. Ερανιστής στιγμών. Ξένων στιγμών. Εμβριθής αναγνώστης ψυχών. Εν αγνοία τους.
Μια παράθεση εικόνων κάθε βράδυ… Άλλος φωνάζει, άλλος κλαίει, άλλος διαβάζει, άλλος χορεύει, άλλοι αγαπιούνται, άλλοι μαλώνουν, κάποιοι είναι μόνοι, άλλοι έχουν τραπέζι κι είναι πολλοί μαζί, η Κατερίνα διαβάζει ασταμάτητα τον τελευταίο καιρό, φαίνεται δίνει κάποιες εξετάσεις, ο Πέτρος χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο…
Μια σύμμειξη εικόνων κάθε βράδυ, που διογκώνονται διυλισμένες μέσ’ στο μυαλό του, μέσ’ στην ψυχή του. Τις αποκρυπτογραφεί και τις χάνει, και τίποτα άλλο δεν μπορεί να κάνει μέχρι να σκοτεινιάσει και πάλι…