Πέμπτη, Δεκεμβρίου 21, 2006

Ευχές

καλές γιορτές σ' όλους!

εμείς θα λείψουμε για λίγο...
ευχηθείτε μας να μας παν όλα καλά!

προσ-ευχή

Μπορώ να προσευχηθώ online;......................................
...............................................................................................
...............................................................................................
.......................................................... για σένα.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 19, 2006

οι ελέφαντες










Μια ολόκληρη ώρα η δασκάλα τους έκανε ζοωλογία. Όταν τελείωσε την παράδοση, ρώτησε τον Τόμμυ:
- Τώρα, Τόμμυ, πες μας που βρίσκουμε τους ελέφαντες;
-Οι ελέφαντες, κυρία, είναι τόσο μεγάλα και άγαρμπα ζώα, που σχεδόν ποτέ δεν χάνονται. Posted by Picasa

Σάββατο, Δεκεμβρίου 16, 2006

Ο ξάδερφός μου
















Έχω έναν ξάδερφο. Ζει κάπου μακριά από μας. Πολύ μακριά. Όχι ότι είναι τόσα πολλά τα χιλιόμετρα που μας χωρίζουν, όχι, είναι που μας χωρίζουν κάποια σύνορα. Και τα σύνορα πρέπει να το πάρεις απόφαση για να τα περάσεις, ειδικά όταν δεν τα θέλησες, ειδικά όταν πονάνε. Σύνορα, βαρειά, δύσκολη λέξη...σίδερο.
Βρεθήκαμε πριν ένα μήνα περίπου. Ήταν τότε που είχα πάρει την απόφαση να τα περάσω τα σύνορα. Από τότε έχω την εικόνα του συνέχεια μπροστά μου, δηλαδή όχι ακριβώς μπροστά μου, αλλά να, σαν κάτι που υπάρχει πάντα, αλλά σε δεύτερο πλάνο, σαν πίσω από ένα πέπλο, κι είναι έτοιμο να ξεπηδήσει από εκεί, να σου φανερωθεί, αλλά χωρίς να σε εκπλήξει...
















Έτσι έγινε σήμερα το πρωί. Μια ασήμαντη αφορμή, το βάζο με το μέλι και η χαλαρή κουβέντα του πρωινού...Ο Ζεμπλής έχει μέλισσες. Το μέλι που τρώμε είναι δικό του. Οι κυψέλες του βρίσκονται πίσω από το σπίτι τους. Αυτός βρίσκεται πάντα εκεί. Δε συναναστρέφεται με κόσμο. Ζει ανάμεσα στις μέλισσες και το βουητό τους. Έχει μια γυναίκα κι ένα γιο, ένα πανέμορφο αγόρι δεκατριών χρόνων με κάτι μάτια, θάλασσες τρικυμισμένες. Ο Ζεμπλής όμως είναι σα να ζει μόνος του. Μόνος στον κόσμο αυτόν, αυτός κι οι μέλισσες.
















Τον είδαμε μια φορά σ' αυτό μας το ταξίδι, όταν φτάσαμε και μας καλωσόρισε. Ακουμπισμένος στον τοίχο, το τσιγάρο στο στόμα, μια θλίψη στα μάτια. Τον ξαναείδαμε όταν φύγαμε, τρεις μέρες μετά, και μας αποχαιρέτησε. Η θλίψη εκεί. Στο ενδιάμεσο διάστημα απλά κάπου περιφέρονταν, πίσω, στις μέλισσες και στο θερμοκήπιο. Πάντα σε δεύτερο πλάνο. Και πάντα έτσι ήταν, από μικρός.
Τον αγαπώ. Για όλα αυτά που δε λέει. Για όλα αυτά που ίσως δεν πει ποτέ του. Και που αφήνω τον εαυτό μου να νομίζει πως είναι κρυμμένα στο μέλι που μας δίνει, χωρίς να μας κοιτάει στα μάτια... Posted by Picasa

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 15, 2006

πρό-σ-κληση!
















Στόλισα το δέντρο!

















το σπίτι (έχω κόλλημα με τα αγγελάκια)
















άναψα φωτιά στο τζάκι ....

και σας προσκαλώ! Ιδιαιτέρως μάλιστα την εαρινή συμφωνία !

κι επειδή, μουσικές δεν ξέρω ακόμα να βάζω, σκέφτηκα να σας πω μια ιστορία...

Ήταν κάποτε, λοιπόν, μια γυναίκα που ζούσε σ' ένα χωριό, όπως εγώ καλή ώρα. Ο άντρας της όμως δούλευε κάπου μακριά και αυτή, αφού πέρασε καιρός που δεν τον είχε δει, κι αφού πολύ τον πεθύμησε σκέφτηκε να πάει αυτή κοντά του. Για να πάει όμως εκεί που δούλευε ο άντρας της έπρεπε να περάσει από ένα μεγάλο, βαθύ ποτάμι κι αυτό γινόταν μόνο με βάρκα. Έξω απ' το ποτάμι ήταν ένας βαρκάρης, πάει λοιπόν και του λέει, θα με περάσεις απέναντι; Βεβαίως, απαντάει ο βαρκάρης, θέλω όμως για πληρωμή όλα σου τα ρούχα!...Σέκος αυτή. Γυμνή θα πήγαινε στον άντρα τη; Ο θεός να φυλάει! Φεύγει, γυρίζει σπίτι, αλλά δεν μπορεί να ησυχάσει...το μυαλό της στον άντρα της, θέλει να πάει να τον δει! Δεν μπορούσε ωστόσο να αποφασίσει μόνη της...Στο χωριό ζούσε ένας σοφός γέροντας και πήγε να ζητήσει τη συμβουλή του, το και το του λέει, και συ σε παρακαλώ, πες μου τι να κάνω; Σκέφτεται, σκέφτεται ο σοφός, όπως κάθε σοφός που σέβεται τον εαυτό του και της απαντάει μετά από πολλή ώρα: Εσύ, μόνη σου θα αποφασίσεις! Και, για να μην τα πολυλογώ, αυτή αποφάσισε όπως κάθε ερωτευμένη γυναίκα, (που δεν σέβεται τον εαυτό της!), να πάει στον άντρα της κι ας δώσει τα ρούχα της στον βαρκάρη...Έτσι κι έγινε, φτάνει λοιπόν στην απέναντι όχθη γυμνή, και για να πάει εκεί που δουλεύει ο άντρας της πρέπει πρώτα να περάσει μέσα από ένα δάσος. Παίρνει λοιπόν το δρόμο, καλή ξεδιαλεγμένη και γυμνή και διασχίζει το δάσος. Έλα όμως που μέσα σ' αυτό το δάσος ζούσε ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες στην εποχή μας πρωτόγονους, που μόλις την βλέπει ορμάει πάνω της και την βιάζει! Τώρα; τι μπορούσε να κάνει; Κλαμένη συνεχίζει το δρόμο της και φτάνει κάποια στιγμή στον άντρα της. Μόλις τον βλέπει το κλάμα της γίνεται δυνατότερο, τρέχει, πέφτει στην αγκαλιά του, τι έπαθες την ρωτάει αυτός, το και το του λέει αυτή μέσα από τα αναφιλητά της, και τότε ο άντρας της, όπως κάθε άντρας που σέβεται τον εαυτό του, γυρίζει και, να φύγεις, της λέει, εγώ δεν θέλω να έχω τέτοια γυναίκα...

Η πρό-κληση, για όλους εσάς που ενδώσατε στην πρό-σ-κληση, είναι:

γράψτε, παρακαλώ, με σειρά τα πέντε πρόσωπα της ιστορίας μας, ξεκινώντας από τον πιο αθώο και φτάνοντας στον πιο ένοχο.

Για τη λύση θα τα πούμε σ' ένα από τα επόμενα ποστ κι όποιος το ξέρει να μην το φανερώσει στους άλλους!

Άντε παιδιά, καλές γιορτές να έχουμε! Posted by Picasa

Τρίτη, Δεκεμβρίου 12, 2006

πασχαλίτσα

















Αυτό το μικρό κολεόπτερο που το όνομά του στα Λατινικά είναι coccus, σπόρος, ονομάζεται παντού "Ζώο του Καλού Θεού" και χρησιμεύει πάνω από όλα στα παιδάκια για να κάνουν μετεωρολογικές προβλέψεις. Την κλείνουν στο χέρι και μόλις την ελευθερώσουν, αν πετάξει μακριά, "αύριο θα κάνει καλό καιρό". Μεταξύ των εφήβων λέγεται πως πετά προς τον αγαπημένο, ή εκείνον που πρόκειται να αγαπηθεί. Σε πολλές περιοχές, όπως π.χ. στη Σαβοϊα, έχει ρόλο αγγελιαφόρου μεταξύ ανθρώπου και Θεού. " Πήγαινε ζήτα από το Θεό να μην υπάρχουν άνθρωποι λυπημένοι ", λέει ένα παιδικό τραγουδάκι των γαλλικών Άλπεων.  Posted by Picasa

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 11, 2006

ανατολή
















"Κι όταν γυρεύεις το θαύμα
πρέπει να σπείρεις το αίμα σου στις οκτώ γωνιές
των ανέμων
γιατί το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες του ανθρώπου"

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Παιδιά, καλημέρα, καλή βδομάδα!
 Posted by Picasa

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 08, 2006

taleme

Θέλω να έρθει ο χειμώνας. Μπορεί;
Βαρέθηκα πια τις μέρες με ήλιο…Σα να πλησιάζουν Χριστούγεννα στην Αυστραλία μου φαίνεται! Κι αυτά τα φωτάκια, τόσα πολλά και τόσο κιτς, ω θεοί!
Μπορώ να έχω μια λυτρωτική συννεφιά;

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 06, 2006

Οι μύθοι του Αισώπου ή πως ένα κορίτσι έμαθε να διαβάζει...

Ήταν κάποτε ένα μικρό κορίτσι, που ζούσε σ ’ένα μικρό χωριό με τη μαμά και τον μπαμπά του και τις δυο μικρότερες αδερφές του. Είχε μεγαλώσει πια αρκετά, πήγαινε στην Τρίτη Δημοτικού, αλλά δεν ήξερε ακόμα να διαβάζει…ή μάλλον ήξερε, αλλά συλλαβιστά και γι’ αυτό όλα τα παιδιά στην τάξη του το κορόιδευαν.
Δεν ήταν που δεν του άρεσε το σχολείο, ούτε που δεν έπαιρνε τα γράμματα, κι ούτε που δεν ήθελε να μάθει καλά ανάγνωση, σαν τα άλλα παιδιά που η γλώσσα τους έτρεχε…Ίσα –ίσα που πολλές φορές τη μάγευε ο κόσμος που υπήρχε πίσω από τις λέξεις, όταν κατάφερνε να δει καθαρά. Μόνο που τις περισσότερες φορές δεν μπορούσε, δεν μπορούσε να δει, γιατί οι εικόνες μπερδεύονταν, σκέπαζε η μία την άλλη, και πότε ήταν αυτή που ο πατέρας γύριζε στο σπίτι μεθυσμένος όπως πάντα, με τα μάτια και την ψυχή θολά, που θάμπωνε τα γράμματα, όσο μεγάλα κι αν ήταν, πότε το αίμα από το κεφάλι της μαμάς στον τοίχο έφευγε κι ερχόταν στο βιβλίο και τότε οι συλλαβές χάνονταν, τρελαίνονταν, πηδούσαν από δω κι από εκεί, όπως η καρδιά στο στήθος του κοριτσιού.
Οι καλύτερες μέρες για το Λενιώ ήταν όταν είχε λιακάδα στο μυαλό και ο μπαμπάς ήταν μακριά. Τότε προσπαθούσε, και σήκωνε το χέρι στο σχολείο για να διαβάσει κι αυτό. Ήταν όμως τα άλλα παιδιά που με το παραμικρό λάθος της γελούσαν και τότε αυτή τα έχανε και τραύλιζε.
Μια μέρα χτύπησε η πόρτα της τάξης και μπήκε μέσα ο πατέρας του κοριτσιού. Ήρθα, λέει στη δασκάλα, να πάρω το Λενιώ, γιατί έχει τύφο και πρέπει να την πάμε στο νοσοκομείο. Το λεωφορείο και στη Θεσσαλονίκη. Στο μεγάλο νοσοκομείο, ένας μήνας περίπου. Η μαμά κι ο μπαμπάς στο χωριό, ερχόντουσαν αραιά και που. Το κορίτσι το φρόντιζε μια θεία και οι νοσοκόμες. Μια μέρα η θεία ήρθε κρατώντας στο χέρι δυο βιβλία, το ένα χρωματιστό, τα παραμύθια του Άντερσεν και το άλλο, πολύ χοντρό, άσπρο με μαύρα γράμματα, οι μύθοι του Αισώπου. Ησυχία, φροντίδα, μύθοι, παραμύθια…Για ένα σχεδόν μήνα δεν ακούγονταν βήματα που τρέκλιζαν στο σκοτάδι, ούτε φωνές, κατηγόριες, μαλώματα, βογκητά…Μόνο του διάβαζε…
Την πρώτη μέρα που πήγε στο σχολείο αφότου έγινε καλά, σήκωσε το χέρι να διαβάσει το μάθημα. Η δασκάλα που το αγαπούσε, ρώτησε, είσαι σίγουρη Λενιώ; Δεν απάντησε, μόνο άρχισε να διαβάζει και τότε όλοι γύρω χάθηκαν, το μόνο που είδε όταν τελείωσε την ανάγνωση ήταν το γεμάτο χαρά βλέμμα της δασκάλας, το μόνο που ένιωσε διαβάζοντας ήταν η σιωπή των συμμαθητών του.
Πέρασαν τα χρόνια, το Λενιώ έγινε γυναίκα και μάνα. Προσπαθεί να ζει όσο γίνεται καλύτερα, πότε τα καταφέρνει και τότε όλα γύρω λαμποκοπούν κι η ψυχή της είναι ανάλαφρη όπως όταν πέφτει το πρώτο καλό χιόνι κι αυτή βαδίζει μόνη στα χωράφια του χωριού. Πότε δεν τα καταφέρνει και τότε …θέλει να βλέπει μόνο ηλιοβασιλέματα …τίποτε άλλο.



«…Στον τόσο μικρό πλανήτη σου όμως, έφτανε να πας την καρέκλα σου λίγα βήματα παραπέρα, για να δης το σούρουπο κάθε φορά που σου έκανε κέφι…
- Μια μέρα , είδα τον ήλιο να βασιλεύει σαράντα τρεις φορές!
Κι ύστερα από λίγο απόσωσες:
-Ξέρεις… όταν είναι κανείς πολύ λυπημένος, αγαπά τα ηλιοβασιλέματα …
-Ήσουν λοιπόν τόσο λυπημένος τη μέρα με τις σαράντα τρεις φορές;
Μα ο μικρός πρίγκηπας δεν αποκρίθηκε.»

Antoine de Saint-Exypery, «Ο Μικρός Πρίγκηπας», μετάφραση Στρατή Τσίρκα, εκδόσεις Ηριδανός.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 03, 2006

Δώρο Ασημένιο Ποίημα

Αυτό που ακολουθεί είναι ένα πολύ αγαπημένο μου ποίημα. Χτες είχα έτσι μια διάθεση καλή και το θυμήθηκα, θέλησα να το γράψω εδώ και δε θυμόμουν τους στίχους, ούτε και έβρισκα το βιβλίο με την ποιητική συλλογή, όμως γι’ αυτό υπάρχει το google, ε; Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι είναι πολλοί αυτοί που το έχουν γράψει στο μπλογκ τους, άρα πολλοί αυτοί που το αγαπούν….


Δώρο Ασημένιο Ποίημα

Ξέρω πως είναι τίποτε όλ' αυτά και πως η γλώσσα
που μιλώ δεν έχει αλφάβητο

Aφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλ-
λαβική που την αποκρυπτογραφείς μονάχα στους και-
ρούς της λύπης και της εξορίας

Kι η πατρίδα μια τοιχογραφία μ' επιστρώσεις διαδο-
χικές φράγκικες ή σλαβικές που αν τύχει και
βαλθείς για να την αποκαταστήσεις πας αμέσως φυλακή
και δίνεις λόγο

Σ' ένα πλήθος Eξουσίες ξένες μέσω της δικής σου
πάντοτε

Όπως γίνεται για τις συμφορές

Όμως ας φανταστούμε σ' ένα παλαιών καιρών αλώνι
που μπορεί να 'ναι και σε πολυκατοικία ότι παίζουνε
παιδιά και ότι αυτός που χάνει

Πρέπει σύμφωνα με τους κανονισμούς να πει στους
άλλους και να δώσει μιαν αλήθεια

Oπόταν βρίσκονται στο τέλος όλοι να κρατούν στο χέρι
τους ένα μικρό

Δώρο ασημένιο ποίημα.

Ο.Ελύτης, Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά.


Κι αυτή τη στιγμή ειλικρινά δεν ξέρω τι χρειάζομαι περισσότερο, να χαρίσω ή να βρεθώ να κρατώ στο χέρι ένα μικρό Δώρο Ασημένιο Ποίημα;

Απεχθάνομαι...

"Ο μοναχικός

Απεχθάνομαι να ακολουθώ, απεχθάνομαι να ηγούμαι.
Να υπακούω; Όχι! Και να κυβερνώ; Όχι!
Όποιος δεν φοβάται τον εαυτό του δεν προκαλεί φόβο σε κανέναν.
Και μόνον όποιος προκαλεί φόβο μπορεί να οδηγήσει άλλους!
Απεχθάνομαι ακόμη και να οδηγώ τον εαυτό μου!
Μ’ αρέσει, σαν τα ζώα του δάσους και της θάλασσας,
Να χάνομαι για αρκετή ώρα
Να κάθομαι οκλαδόν σε κάποιο γοητευτικό λαβύρινθο
Να καλώ τέλος τον εαυτό μου από μακριά
Να τον πλανεύω να έρθει πάλι κοντά μου."

(Φρίντριχ Νίτσε, Η χαρούμενη επιστήμη)

Έτσι είναι ένας πολύ σημαντικός για μένα άνθρωπος, που θαυμάζω κι αγαπώ απεριόριστα…που νευρίαζα πολλές φορές μαζί του όταν δεν καταλάβαινα γιατί δεν θέλει να ηγείται…Και σήμερα το πρωί (τα πρωινά μας τα λατρεύω!) μου έδειξε αυτούς τους στίχους του Νίτσε , κι εγώ τι να πω; Τον ένιωσα ακόμη πιο κοντά μου…