Τετάρτη, Οκτωβρίου 18, 2006

Συν-αίσθημα

Ό,τι ακολουθεί είναι από την "Αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι" του Μίλαν Κούντερα.

" Όλες οι λατινογενείς γλώσσες σχηματίζουν τη λέξη συμπόνια (compassio) με τηνπρόθεση "συν" (com-) και τη ρίζα "πόνος" (passio). Σε άλλες γλώσσες, παραδείγματος χάριν στα τσέχικα, στα πολωνικά, στα γερμανικά, στα σουηδικά, η λέξη αυτή αποδίδεται με ένα ουσιαστικό που σχηματίζεται απ' το αντίστοιχο πρώτο συνθετικό, ακολουθούμενο από τη λέξη "αίσθημα" (στα τσέχικα: sou-cit, στα πολωνικά: wspol-czucie, στα γερμανικά: Mit-gefuhl, στα σουηδικά: med-kansia).
Στις λατινογενείς γλώσσες η λέξη συμπόνια σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς ν' αντιμετωπίζει με κρύα καρδιά τον πόνο του πλησίον, μ' άλλα λόγια: τρέφει κανείς συμπόνια για κάποιον που πάσχει. Μία άλλη λέξη, που έχει περίπου το ίδιο νόημα, ο οίκτος (αγγλικά pity, ιταλικά pieta κ.λπ.), υπονοεί κιόλας ένα είδος επιείκειας προς το άτομο που υποφέρει. Το να έχει κανείς οίκτο για μια γυναίκα, σημαίνει να είναι πιο σωστά τοποθετημένος απ' αυτήν, να σκύβει, να χαμηλώνει ως αυτήν.
Αυτός είναι ο λόγος που η λέξη συμπόνια εμπνέει γενικά τη δυσπιστία, υποδηλώνει ένα αίσθημα που θεωρείται παρακατιανό, που δεν έχει και πολλή σχέση με τον έρωτα. Το ν'αγαπάς κάποιον από συμπόνια, δεν σημαίνει ότι τον αγαπάς πραγματικά.
Στις γλώσσες που σχηματίζουν τη λέξη συμπόνια όχι με τη ρίζα "πόνος" αλλά με το ουσιαστικό "αίσθημα", η λέξη χρησιμοποιείται λίγο πολύ με την ίδια έννοια, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να πει ότι υποδηλώνει ένα συναίσθημα κακό ή μέτριο. Η μυστική δύναμη της ετυμολογίας της λούζει τη λέξη μ'ένα άλλο φως και της δίνει μια έννοια πιο πλατιά: το να έχεις συμπόνια (συν-αίσθημα), σημαίνει να μπορείς να ζεις μαζί με τον άλλο τη δυστυχία του, αλλά επίσης να νιώθεις μαζί του οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα: τη χαρά, την αγωνία, την ευτυχία, τον πόνο. Αυτή εδώ η συμπόνια (με την έννοια της φροντίδας, wspolczucie, Mitgefuhl) σκιαγραφεί λοιπόν την υψηλότερη δυνατότητα της συναισθηματικής φαντασίας, την τέχνη της τηλεπάθειας των συγκινήσεων. Στην ιεραρχία των συναισθημάτων, είναι το ύψιστο συναίσθημα.
Όταν η Τερέζα ονειρευόταν ότι βύθιζε βελόνες κάτω από τα νύχια της, προδινόταν, αποκαλύπτοντας έτσι στον Τόμας ότι έψαχνε κρυφά στα συρτάρια του. Αν μια άλλη γυναίκα του έκανε κάτι τέτοιο, ποτέ πια δεν θα της απηύθυνε το λόγο. Επειδή η Τερέζα το ήξερε, του είπε: "Πέταξέ με έξω απ' την πόρτα!". Λοιπόν, όχι μόνο δεν την πέταξε έξω απ' την πόρτα, αλλά της πήρε το χέρι και της φίλησε τις άκρες των δαχτύλων γιατί, εκείνη την ίδια στιγμή, αισθανόταν κι αυτός ο ίδιος τον πόνο που ένιωθε εκείνη κάτω από τα νύχια, λες και τα νεύρα των δαχτύλων της Τερέζας συνδέονταν απευθείας με τον εγκέφαλό του.
Όποιος δεν έχει το διαβολικό χάρισμα της συμπόνιας (συν-αισθήματος) δεν μπορεί παρά να καταδικάσει εν ψυχρώ τη συμπεριφορά της Τερέζας, γιατί η ιδιωτική ζωή του άλλου είναι ιερή και δεν του ανοίγει κανείς τα συρτάρια όπου τακτοποιεί την προσωπική του αλληλογραφία. Καθώς όμως η συμπόνια είχε γίνει το πεπρωμένο (ή η κατάρα) του Τόμας, του φαινόταν ότι ήταν εκείνος που βρισκόταν γονατισμένος μπροστά στο συρτάρι του γραφείου του και δεν κατάφερνε να ξεκολλήσει τα μάτια από τις φράσεις που είχε χαράξει το χέρι της Σαμπίνας. Την καταλάβαινε την Τερέζα και όχι μόνον ήταν ανίκανος να της θυμώσει, αλλά την αγαπούσε ακόμα περισσότερο."

Δεν υπάρχουν σχόλια: